Τον Αύγουστο η οκνηρία αποενοχοποιείται. Για την ακρίβεια επιβάλλεται! Ιδού οκτώ λόγοι από τις επιστήμες, τις τέχνες, τα γράμματα και την καθημερινότητα που μας καλούν να απολαύσουμε τη θερινή ραστώνη χωρίς τύψεις.
Παραγωγικό χασομέρι
Είναι απίστευτο το πόσα πράγματα μπορεί να μάθει κάποιος για τη ζωή και τους ανθρώπους, κάνοντας (σχεδόν) τίποτε. Χρειάζεται απλά να κάτσει σε ένα οποιοδήποτε δημόσιο σημείο και να παρατηρήσει τους περαστικούς. Οι τρόποι συμπεριφοράς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε «φυλής», η ευγένεια και η αγένεια, η κοινωνική αλληλεγγύη και η αδιαφορία, η μόδα που φοριέται τώρα και οι passé που φοριούνται ακόμη, το τι ψώνισαν (από τις τσάντες που κρατούν) το άγχος (από το γρήγορο βάδισμα), η μοναξιά και τόσα άλλα ξεδιπλώνονται ανεπιτήδευτα μπροστά στα μάτια του συνειδητοποιημένου αργόσχολου. Σκηνοθέτες, συγγραφείς και δημιουργικοί καταφεύγουν συχνά στο «σπορ», προκειμένου να κατεβάσουν ιδέες. Οι απλοί άνθρωποι, πάλι, αποκτούν με την τριβή την ικανότητα να αντιλαμβάνονται καλύτερα τα πράγματα.
Το δικαίωμα στην τεμπελιά
Το ομώνυμο βιβλίο του Γάλου Πολ Λαφάργκ, γαμπρού του Μαρξ, κυκλοφόρησε το 1880. Θεωρείται το φιλοσοφικό μανιφέστο της τεμπελιάς. Ο Λαφάργκ αποκαλεί τρέλα την εργασιομανία που έχει καταλάβει τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα και η οποία οδηγεί στη φυσική και ψυχική εξόντωση του εργαζομένου. Εξηγεί τον ύπουλο ρόλο της Προτεσταντικής Εκκλησίας, που συνέβαλε καταλυτικά στην επικράτηση αυτής της μανίας και αποκαλεί τη δουλειά δικαίωμα στην εξαθλίωση, προτείνοντας μόνο τρεις ώρες εργασίας την ημέρα, έτσι ώστε να μένει αρκετός χρόνος και για άλλα πράγματα. Ποια είναι αυτά; Ο έρωτας, το ποτό, οι συναναστροφές. Οι αρχαίοι έλληνες σίγουρα θα πρόσθεταν και τη φιλοσοφία.
Η αρχή της ήσσονος προσπάθειας
Έχει κατηγορηθεί άπειρες φορές ως διαλυτικό εργασιακό φαινόμενο που βαθμιαία οδηγεί άτομα, οργανισμούς και επιχειρήσεις σε παράλυση και εντελώς ασύμβατη με την ανταγωνιστικότητα και το υψηλό επίπεδο απόδοσης. Ωστόσο, άλλο το να κάνεις μια δουλειά της μιας ώρας σε μια εβδομάδα και άλλο να υλοποιείς τους στόχους σου με τη μικρότερη δυνατή προσπάθεια (κάτι που φανερώνει ταλέντο και ικανότητες άνω του μέσου όρου). Αν λοιπόν δεν πέσεις στη μαχμουρλίδικη λούμπα της πρώτης εκδοχής, θα σου μείνει πολύ χρόνος για να κάνεις πράγματα που πραγματικά σε γεμίζουν. Να γράψεις το πρώτο σου μυθιστόρημα, να αθληθείς, να πας για ψάρεμα.
Pax Rebellana
Ζούμε σε ένα ευρύτερο βιοσύστημα μέσα στο οποίο ευδοκιμούμε, βάζουμε στόχους και αγωνιζόμαστε να τους πετύχουμε. Το «citius – altius – fortius» πνεύμα του καπιταλισμού θέλει να ριχνόμαστε στη μάχη με όσα περισσότερα εφόδια γίνεται, να σημαδεύουμε ψηλά, διψασμένοι για νέες κορυφές. Πολλές φορές όμως έτσι καταστρέφεται η ισορροπία του συστήματος και δημιουργούνται τεράστιες ανισότητες, μιας και δεν μπορούν όλοι να τρέξουν σαν πρωταθλητές. Το ρέμπελο πνεύμα (από το λατινικό rebellion = επανάσταση) αφήνει χώρο και για τους λιγότερο ικανούς, κόβει βήμα, περιμένει. Απορρίπτει τους «veni – vidi – vici» λεονταρισμούς, βάζει βέτο στο vae victis («ουαί τοις ηττημένοις») και νοιάζεται για την κοινωνική ειρήνη.
Η λεπίδα του Όκαμ
Τον 13ο αιώνα ο άοκνος φραγκισκανός μοναχός και σκεπτικιστής Γουλιέλμος του Όκαμ διατύπωσε ένα φιλοσοφικό αξίωμα που έχει μείνει γνωστό ως η λεπίδα του Όκαμ (Οccam’s Razor). Σύμφωνα με αυτό, όσο πιο απλή είναι μια υπόθεση και όσο λιγότερα είναι τα προαπαιτούμενα για την παραδοχή της, τόσο περισσότερες είναι και οι πιθανότητες η υπόθεση να ισχύει. Ορισμένοι προσαρμόζουν το αξίωμα αυτό στο θέμα της τεμπελιάς. Εδώ η λεπίδα του Όκαμ πασχίζει να περικόψει το λίπος της καθημερινότητας: όλες αυτές τις περιττές -σωματικές και πνευματικές- σκοτούρες, που εξανεμίζουν τον ελεύθερο χρόνο. Η αποφυγή της πολυπλοκότητας, των ατέρμονων έργων, των σύνθετων προβληματισμών, των πολύωρων διασκέψεων, η απλούστευση των πραγμάτων και η συνειδητή επιλογή της απλότητας, αποτελούν την κοφτερή πρότασή του. Συντομοτέρα οδός η ευθεία, που λέμε.
Τζίτζικες και κηφήνες
Παντού υπάρχει ένας μύθος, για την τεμπελιά περισσότεροι. Σε εκείνον του Αισώπου, ο μποέμ τζίτζικας την πατάει μόλις έρχεται ο χειμώνας, ενώ ο μυαλωμένος μέρμηγκας τη βγάζει καθαρή, χάρη στην προνοητικότητά του. Μια προσεκτική ματιά στη σύγχρονη εποχή, όμως, κάνει το μύθο να φαίνεται παρωχημένος. Ο μίζερος μέρμηγκας εργάζεται ασταμάτητα χειμώνα – καλοκαίρι για μια καλύτερη ζωή, η οποία είναι ωραία, αλλά προτιμάει άλλον: Τον αυθόρμητο τζίτζικα, που ξέρει να τη ζήσει. Ο κηφήνας, από την άλλη, δεν είναι ο χαραμοφάης της κυψέλης. Μέσα στο ελάχιστο διάστημα που ζει (δύο μήνες το πολύ), προλαβαίνει να γονιμοποιήσει τη βασίλισσα, πράξη καθοριστική για την αναπαραγωγή του μελισσιού.
Οι ανέμελοι είναι χαριτωμένοι
Ίσως είναι το φυσικό χάρισμα που διαθέτουν να περιφρονούν όσα οι περισσότεροι κυνηγούν αγκομαχώντας, ίσως είναι η θαλπωρή του ύπνου που θρέφει τα νιάτα τους και τους κάνει τόσο προσηνείς. Ίσως επειδή, απλά, κοιμούνται και ονειρεύονται περισσότερο από τους άλλους. Ο Παπαμιχαήλ στο Τεμπελόσκυλο, ο Χουζούρης στα Στρουμφάκια («Μη με ξυπνάς απ’ τις έξι…»), ο Υπναράς στους Επτά Νάνους, ο Ομπλόμοφ στη ρωσική λογοτεχνία είναι από συμπαθητικοί ως γοητευτικοί στα μάτια του περισσότερου κόσμου, αν και διαθέτουν ένα πολύ μεγάλο ελάττωμα. Στην απέναντι όχθη, ποιος, αλήθεια, θυμάται, συμπαθεί ή υπολήπτεται το προκομμένο στρουμφάκι, το σοφό νάνο ή τον ήρωα της σοσιαλιστικής εργασίας, ακούραστο σύντροφο Σταχάνοφ που πέθανε από εξάντληση;
Shut up και shut down
Η Γνωστική Ψυχολογία παρομοιάζει το ανθρώπινο μυαλό με κομπιούτερ. Και τα δύο διαθέτουν μνήμη μικρής και μεγάλης διάρκειας (ROM και RAM), επεξεργάζονται δεδομένα, παράγουν αποκρίσεις, αποθηκεύουν για μελλοντική χρήση. Την ίδια στιγμή, οι δυνατότητες που διαθέτουν δεν είναι απεριόριστες. Ο επεξεργαστής δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με μεγάλο όγκο δεδομένων, ο σκληρός δίσκος έχει συγκεκριμένη χωρητικότητα, και αμφότερα χαλάνε με τον καιρό και τη χρήση. Προκειμένου το σύστημα να μην κρασάρει, θα πρέπει που και που να διαγράφει τα άχρηστα, να κάνει τακτικά defragment και κυρίως να παραμένει για κάποια διαστήματα σβηστό, για την απαραίτητη ανασύνταξη δυνάμεων. Το λένε οι τεχνικοί, το φωνάζουν οι ψυχολόγοι, ας το ακούσουμε.
Πηγή:https://zeitgeist.gr/
0 Σχόλια