Η Μαρία Κιουρί γεννήθηκε ως Μαρία Σαλώμη Σκλοντόφσκα, στις 7 Νοεμβρίου 1867, στο Ρωσικό τμήμα της Βαρσοβίας (εκείνη την περίοδο, η Πολωνία ήταν χωρισμένη μεταξύ Ρωσίας, Αυστρίας και Πρωσίας). Κληρονόμησε το πάθος της για την επιστήμη από τον πατέρα της, Βλάντισλαβ, ο οποίος ήταν καθηγητής φυσικής και μαθηματικών σε τοπικό σχολείο. Η μητέρα της, Μπρονισλάβα, ήταν διευθύντρια σχολείου θηλέων αλλά, δυστυχώς, έχασε τη ζωή της από φυματίωση. Η Μαρία ήταν η μικρότερη των πέντε παιδιών της οικογένειας, η οποία μεγάλωνε κάτω από δύσκολες συνθήκες – έχασαν την περιουσία τους λόγω της ανάμιξής τους με την Πολωνική αντίσταση που μάχονταν για την ανεξαρτησία της χώρας.
Μόρφωση – εκπαίδευση
Όταν έκλεισε τα δέκα της, ξεκίνησε το σχολείο, από το οποίο και αποφοίτησε με την υψηλότερη των τιμών, ένα χρυσό μετάλλιο. Παρ’όλα τα μαθητικά της κατορθώματα, δεν μπορούσε να επεκτείνει τις σπουδές της λόγω του φύλου της. Η αδερφή της, η Μπρόνια, ήθελε να γίνει γιατρός και έτσι οι δυο τους εισήλθαν στο “Πλωτό Σχολείο”, το οποίο, αντίθετο στις Ρωσικές Αρχές, δεχόταν γυναίκες και κρατούσε ζωντανή την Πολωνική ταυτότητα. Λόγω αυτής του της ιδιότητας, είχε κριθεί παράνομα και έτσι ο τόπος συνάντησης των μαθητών άλλαζε συχνά – εξ’ού και το όνομα αυτού.
Η Μαρία συνειδητοποίησε, σύντομα, πως αυτού του είδους η εκπαίδευση δεν θα ικανοποιούσε τις επιστημονικές της βλέψεις και, έτσι, έκανε μια συμφωνία με τιν Μπρόνια. Θα δούλευε για να στείλει την αδερφή της στο Παρίσι, όπου και η Μπρόνια με τη σειρά της θα την βοηθούσε να σπουδάσει εκεί. Με αυτόν τον τρόπο και οι δυο τους θα σπούδαζαν και θα σταδιοδρομούσαν στον χώρο τους.
Έτσι, το 1891 και σε ηλικία 24 χρονών, η Μαρία επιβιβάστηκε στο τρένο που θα την επανένωνε με την αδερφή της.
Προσωπική ζωή
Η Μαρί δούλευε στην μεταπτυχιακή της έρευνα με θέμα τις μαγνητικές ιδιότητες διαφόρων μετάλλων, όταν γνώρισε τον Πιέρ Κιουρί. Ο Πιέρ ήταν μια δεκαετία μεγαλύτερός της, καθηγητής και υπεύθυνος εργαστηρίων στο τμήμα Φυσικής και Χημείας. Ερωτεύθηκαν και ο Πιέρ της έκανε πρόταση γάμου. Η Μαρί δεν δέχθηκε αμέσως καθώς ήλπιζε να επιστρέψει στην Πολωνία και να δουλέψει εκεί ως επιστήμονας. Όμως, προς απογοήτευσή της, το πανεπιστήμιο της Κρακοβίας απέρριψε την αίτησή της γιατί ήταν γυναίκα…
Ταυτόχρονα, ο Πιέρ ήταν τόσο ερωτευμένος μαζί της που ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει τα πάντα και να την ακολουθήσει στη Πολωνία. Δεν σταμάτησε να της γράφει ερωτικές επιστολές μέχρι την ημέρα που η Μαρί επέστρεψε στο Παρίσι. Έναν χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του 1895, παντρεύτηκαν και το φόρεμα του γάμου της την υπηρέτησε ως στολή για το εργαστήριό της για τα επόμενα χρόνια.
Το 1897, γεννήθηκε η πρώτη τους κόρη, η Ιρέν. Όμως, η Μαρί δεν ήθελε να κατασταλάξει στον παραδοσιακό ρόλο της συζύγου και μητέρας. Έτσι, αποφάσισε να κυνηγήσει το διδακτορικό της, κάτι εντελώς πρωτάκουστο εκείνη την εποχή. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να βρει νέο αντικείμενο μελέτης.
Εμπνευσμένη από τις, τότε, πρόσφατες ανακαλύψεις του Ανρί Μπεκερέλ (Νόμπελ Φυσικής για την ανακάλυψη της ραδιενέργειας, το 1903) αποφάσισε να μελετήσει το ουράνιο. Ο Μπεκερέλ είχε ανακαλύψει ότι το ουράνιο δεν χρειαζόταν εξωτερική πηγή ενέργειας για να δημιουργήσει ραδιενέργεια, και έτσι η Κιουρί αποφάσισε να εστιάσει την προσοχή της στην πηγή αυτής της ραδιενέργειας. Δύο μήνες αργότερα, έκανε μια σημαντική ανακάλυψη: η ακτινοβολία δεν ήταν αποτέλεσμα μοριακής αλληλεπίδρασης αλλά προερχόταν από το άτομο καθ’αυτό. Ήταν το πρώτο βήμα για την κατάρριψη της κατεστημένης άποψης ότι τα άτομα ήταν αδιάσπαστα.
Επιστημονικές ανακαλύψεις
Δουλεύοντας μαζί με τον σύζυγο της και χρησιμοποιώντας δικές του ανακαλύψεις και τεχνικές (πχ. ηλεκτρόμετρο, πιεζοηλεκτρικές τεχνικές) , η Μαρί άρχισε να ψάχνει ποια άλλα στοιχεία επίσης εκπέμπουν ραδιενέργεια, όπως το θόριο. Τον Ιούλιο του 1898 ανακάλυψαν ένα νέο στοιχείο, το πολώνιο, το οποίο και πήρε το όνομά του προς τιμήν της πατρίδας της Μαρί, Πολωνίας. Λίγους μήνες αργότερα, οι δυο τους ανακοίνωσαν την ανακάλυψη ενός νέου ραδιενεργού στοιχείου, του ραδίου το οποίο πήρε το όνομά του από τη λέξη Radość (χαρά, ευτυχία στα Πολωνικά).
Τους πήρε τέσσερα χρόνια μέχρι να απομονώσουν αρκετό ράδιο για να αποδείξουν ότι αυτό το στοιχείο υπήρχε πραγματικά και είχε διαφορετικό ατομικό βάρος από τα υπόλοιπα. Το 1903 το ζεύγος Κιουρί μοιράστηκαν το Νόμπελ Φυσικής με τον Ανρί Μπεκερέλ. Αρχικά, η επιτροπή Νόμπελ ήθελε να αφήσει την Μαρί εκτός βράβευσης αλλά ο Πιέρ ήταν κάθετος με αυτή την απόφαση. Την ίδια χρονιά, η Μαρί πήρε το διδακτορικό της από το πανεπιστήμιο του Παρισίου και το ζεύγος δέχθηκε πρόσκληση για ομιλία περί ραδιενέργειας από το Ινστιτούτο του Λονδίνου. Όμως, μόνο ο Πιέρ μίλησε καθώς η Μαρί ήταν γυναίκα και δεν της επιτράπηκε.
Πάνω στις ανακαλύψεις τους βασίστηκε ένα μεγάλος μέρος της ανερχόμενης βιομηχανίας. Οι Κιουρί, όμως, δεν είχαν πατεντάρει τις ανακαλύψεις τους, καθώς πίστευαν στην δωρεάν πρόσβαση στις επιστημονικές γνώσεις, με αποτέλεσμα να μην επωφεληθούν οικονομικά. Η Γαλλική κυβέρνηση ήθελε να ανταμείψει το ζεύγος Κιουρί με επιστημονικές έδρες στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης καθώς και με δικά τους εργαστήρια ώστε να συνεχίσουν τις μελέτες τους.
Μια τραγική απώλεια
Δυστυχώς, αυτό δεν έγινε ποτέ. Τον Απρίλιο του 1906, ο Πιέρ έχασε τη ζωή του σε αυτοκινητιστικό ατύχημα. Η κυβέρνηση πρότεινε τιμητική σύνταξη στη χήρα, η οποία και την απέρριψε. Δέχτηκε, όμως, την έδρα του καθηγητή στη Σορβόννη και έτσι έγινε η πρώτη γυναίκα μέλος του ιστορικού αυτού πανεπιστημίου. Αργότερα, της αρνήθηκαν θέση στη Γαλλική Ακαδημία των Επιστημών γιατί “ήταν αλλοδαπή”.
Όντας μόνη πλέον, δυσκολεύονταν λόγω των αντιλήψεων περί γυναικών την συγκεκριμένη περίοδο. Παρ’όλες αυτές, η Μαρί συνέχιζε να εργάζεται, απομονώνοντας τα πολώνιο και ράδιο, και προσπαθούσε να βρει τρόπους εφαρμογής των νέων γνώσεων στην Ιατρική. Αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς, ήταν το δεύτερο βραβείο Νόμπελ, αυτή τη φορά στη Χημεία, το 1911. Ένα μήνα αργότερα, νοσηλεύθηκε με νεφρική ανεπάρκεια και κατάθλιψη. Απέφευγε το δημόσιο βίο και επέστρεψε στη δουλειά της 14 μήνες αργότερα.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Γαλλική κυβέρνηση ζήτησε από τους πολίτες της να δωρήσουν χρυσό και ασήμι προς ενίσχυση των στρατιωτικών δυνάμεων. Η Μαρί παρέδωσε τα μετάλλια και τα βραβεία Νόμπελ της, τα οποία η Γαλλία επέστρεψε καθώς “δεν μπορούσε να έχει στην κατοχή της κάτι τόσο πολύτιμο”. Προς απάντηση, η Κιουρί πρότεινε μια ιδέα για κινητές μονάδες ραδιολογίας και ακτίνων Χ που θα βοηθούσαν τους χειρούργους στο πολεμικό μέτωπο, γνωστές και στο ιατρικό προσωπικό ως “μικρές Κιουρί”. Άρχισε να εκπαιδεύει άλλες γυναίκες στη χρήση αυτών των μονάδων και εγκατέστησε περίπου διακόσιες μόνιμες μονάδες ακτινολογίες στη χώρα και στο γειτονικό Βέλγιο. Υπολογίζεται ότι το έργο της βοήθησε πάνω από ένα εκατομμύριο στρατιώτες.
Την ίδια περίοδο, μαζί με την κόρη της, Ιρέν, μελετούσαν για νέες εφαρμογές του ραδίου στην Ιατρική. Αργότερα, η πλέον Ιρέν Ζολιό-Κιουρί μαζί με τον σύζυγό της, Φρεντερίκ Ζολιό, τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ Χημείας για την ανακάλυψη της τεχνητής ραδιενέργειας, το 1935. Εξαιτίας μιας λανθασμένης ερμηνείας που έδωσαν στις μετρήσεις τους, δεν χρεώθηκαν την ανακάλυψη του νετρονίου και του ποζιτρονίου.
Η οικογένεια Κιουρί παραμένει η μόνη οικογένεια με τέσσερα μέλη της βραβευμένα με Νόμπελ.
Επίλογος
Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, η υγεία άρχισε να επιδεινώνεται. Υπέφερε από κόπωση, βούισμα αυτιών, ζαλάδες, μόνιμα δέκατα και σταδιακή απώλεια όρασης. Οι βλαβερές επιπτώσεις της ιονίζουσας ακτινοβολίας ήταν άγνωστες την περίοδο της εργασίας της, η οποία διεξαγόταν χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι παράμετροι ασφάλειας που ωστόσο αναπτύχθηκαν αργότερα. Συχνά μετέφερε δοκιμαστικούς σωλήνες που περιήχαν ισότοπα στην τσέπη της και τους αποθήκευε στο συρτάρι του γραφείου της, παρατηρώντας στο αχνό φως ό,τι εκλυόταν από τις ουσίες στο σκοτάδι. Η Κιουρί επιπλέον ήταν εκτεθειμένη σε ακτίνες Χ χωρίς προστατευτικό εξοπλισμό, ενόσω υπηρετούσε ως ακτινολόγος σε διάφορα νοσοκομεία στη διάρκεια του πολέμου. Παρ’ όλο που βρισκόταν σε συνεχή έκθεση για δεκαετίες στην ακτινοβολία, ποτέ της δεν συνειδητοποίησε τα προβλήματα υγείας που θα μπορούσε να είχε από την έκθεσή της στην ακτινοβολία.
Διαγνώστηκε με απλαστική αναιμία , η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, προκλήθηκε λόγω της υπερβολικής της έκθεσης σε υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Πέθανε στις 4 Ιουλίου 1934.
Μέχρι και σήμερα, τα γραπτά που συνέγραψε στα 1890 θεωρούνται υπερβολικά επικίνδυνα λόγω του ότι παραμένουν ραδιενεργά. Φυλάσσονται σε κιβώτια, στα οποία έχουν περαστεί στρώσεις μόλυβδου, και αν κάποιος επιθυμεί να τα δει θα πρέπει να φορέσει κατάλληλη προστατευτική στολή.
Ήταν φίλοι με τον Άλμπερτ Άινσταϊν, ο οποίος είχε δηλώσει πως η Μαρί Κιουρί ήταν, ίσως, το μοναδικό άτομο που δεν διέφθειρε ποτέ η φήμη και η δόξα. Και, για άλλη μια φορά, είχε δίκιο. Η Κιουρί ήταν έντιμη, σεμνή και συχνά επέμενε τα χρηματικά βραβεία και δώρα να δίνονταν σε άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα και όχι στην ίδια…
… όπως ακριβώς κάνει μια πραγματική επιστήμονας.
Πηγή: https://www.lecturesbureau.gr/
0 Σχόλια