«Ο γιος μου είναι το μόνο πρόβλημα που παραμένει άλυτο».
Στα δεξιά της αρχικής φωτογραφίας, απεικονίζεται ο Άλμπερτ Αϊνστάιν. Αριστερά, βρίσκεται ο μικρότερος από τους δύο γιους του, ο Έντουαρντ, να κοιτάζει μια παρτιτούρα.
Η χρονολογία λήψης της φωτογραφίας είναι το 1933. Πατέρας και γιος βρίσκονται στην αίθουσα υποδοχής του ψυχιατρείου Μπουργκχέλτσλι της Ζυρίχης.
Εκεί νοσηλεύεται, από το 1930, ο διαγνωσμένος με σχιζοφρένεια Έντουαρντ. Εκεί ο Γερμανός φυσικός θα τον δει για τελευταία φορά από κοντά, πριν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ. Στο Μπουργκχέλτσλι ο Έντουαρντ θα περάσει το υπόλοιπο της ζωής του, μέχρι το 1965, όταν θα πεθάνει από εγκεφαλικό.
«Οι άνθρωποι που με γνωρίζουν θα σας πουν πως είμαι τρελός. Μην τους πιστεύετε. Αν κάτι χαρακτηρίζει τους τρελούς, είναι πως δεν ξέρουν ποιοι είναι. Εγώ είμαι ο γιος του Αϊνστάιν […]
Ένα φημισμένο επώνυμο μπορεί να θεωρηθεί ένα είδος τύχης. Πιστεύει κανείς πως η δόξα θα έχει αντίκτυπο επάνω του. Τεράστιο λάθος. Για τους κοινούς θνητούς το όνομα Αϊνστάιν είναι ένα δυσβάσταχτο φορτίο. Ούτε ο αδερφός μου ούτε εγώ έχουμε το ανάστημα του πατέρα μας.
Αυτή είναι και η αιτία των μπελάδων μου, εάν αυτό είναι που ψάχνετε να μάθετε», έλεγε. Μετά από χρόνια, ο Αϊνστάιν εξομολογήθηκε στον Καρλ Ζέελιγκ, συγγραφέα και πρώτο βιογράφο του:
«Ο γιος μου είναι το μόνο πρόβλημα που παραμένει άλυτο». «Το να έβλεπε τον γιο του τού ήταν πιο οδυνηρό από το να μην τον δει. Ήθελε να κρατήσει την εικόνα του γιου του τη μέρα της τελευταίας του επίσκεψης. Αυτό το πορτραίτο ήθελε να πάρει μαζί του στον τάφο. Δεν είχε το κουράγιο να έρθει αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Φοβόταν αυτή την πραγματικότητα. Γνώριζε την αλήθεια. Πίστευε ότι η επίσκεψή του δεν θα άλλαζε τίποτε. Ότι απλώς θα προσέθετε δυστυχία στη δυστυχία», αναφέρει ο Λοράν Σέκσικ, γιατρός, βιογράφος του Αϊνστάιν και συγγραφέας του βιβλίου «Η περίπτωση Έντουαρντ Αϊνστάιν».
«Ο γιος μου είναι το μόνο πρόβλημα που παραμένει άλυτο», εξομολογήθηκε ο Άλμπερτ Αϊνστάιν στον πρώτο βιογράφο του και γατρό του Λόραν Σεκσικ.
Ο χωρισμός που κόστισε ανεπανόρθωτα
Ο Αϊνστάιν διέπρεψε στην επιστημονική του καριέρα, αλλά όχι στην προσωπική του ζωή. Τον Αύγουστο του 1914, λίγες ημέρες πριν το ξέσπασμα του Α’ Π.Π., ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και η Μίλεβα Μάριτς χώρισαν, ύστερα από 11 χρόνια γάμου. Οι δύο γιοι του ήταν ανήλικοι: ο Χανς Άλμπερτ δέκα ετών και ο Έντουαρντ τεσσάρων. «Το γυαλί είχε από καιρό ραγίσει, όταν εκείνος έφυγε από τη Ζυρίχη για να έρθει να διδάξει στο Βερολίνο. Η Μίλεβα τον ακολούθησε. Βρήκε την πόλη αποκρουστική. Επέστρεψε με τον Χανς Άλμπερτ και τον Έντουαρντ για να ζήσει στην Ελβετία. Ο καιρός και η απόσταση έκαναν όλα τ’ άλλα», αναφέρει ο Σέκσικ.
Ο Γερμανός φυσικός παντρεύτηκε τη δεύτερη ξαδέρφη του, Έλσα Αϊνστάιν, και έμειναν στο Βερολίνο. Τη δεκαετία του 1930, η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία ανάγκασε τον εβραϊκής καταγωγής Αϊνστάιν να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ. Οι διαπληκτισμοί των γονιών και το αναπόφευκτο διαζύγιο δεν άφησε κανένα αγόρι ανεπηρέαστο.
Όμως, ειδικά για τον Έντουαρντ, ο χωρισμός αποτέλεσε τεράστιο πλήγμα στην ψυχοσύνθεσή του. Υπήρξε μάρτυρας μιας έντονης σύγκρουσης των γονιών του, με αφορμή την αποκάλυψη της αλληλογραφίας που ο Αϊνστάιν διατηρούσε με την ξαδέρφη του και δεν συγχώρησε ποτέ στον πατέρα του ότι χώρισε τη μητέρα του. «Έχω ένα κακό νέο για σένα», είπε κάποια στιγμή ο επόπτης του Μπουργκχέλτσλι στον Έντουαρντ, θέλοντας να τον προετοιμάσει για το θάνατο της μητέρας του. Πριν προλάβει να του το ανακοινώσει, ο Έντουαρντ τον ρώτησε: «Θα έρθει να με δει ο πατέρας μου;».
Όταν πληροφορήθηκε για την απώλεια του πατέρα του, τον Απρίλιο του 1955, ο Έντουαρντ είπε: «Ο θάνατος του πατέρα μου δεν αλλάζει τίποτε στη ζωή μου. Στην πραγματικότητα, για εμένα ο πατέρας μου έχει πεθάνει εδώ και πολύ καιρό. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν του κρατώ κακία. Πάνε χρόνια που έχω διακόψει κάθε συναισθηματική σχέση μαζί του», είχε πει,. Ένα παιδί με ταλέντο στην ποίηση και που είχε όνειρο να γίνει ψυχίατρος Ο Έντουαρντ Αϊνστάιν γεννήθηκε στη Ζυρίχη στις 28 Ιουλίου 1910. Ήταν παιδί μοναχικό και φιλάσθενο. Υπήρξε καλός μαθητής, έπαιζε πιάνο και του άρεσε πολύ να γράφει ποιήματα. Όσα βιβλία είχε ο πατέρας του στη βιβλιοθήκη, ο Έντουαρντ τα “καταβρόχθισε”. Διάβασε Σοπενχάουερ, Καντ, Νίτσε, Σαίξπηρ και, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, Φρόιντ. Επιθυμούσε διακαώς να γίνει ψυχίατρος και είχε ένα πελώριο πορτραίτο του Αυστριακού ψυχαναλυτή στον τοίχο του δωματίου του. Ξεκίνησε να σπουδάζει ιατρική στη Ζυρίχη, ωστόσο τα όνειρά του σταμάτησαν απότομα στην ηλικία των 20 ετών.
Τότε διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια και οδηγήθηκε στην ψυχιατρική κλινική Μπουργκχέλτσλι του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης. Η μητέρα του τον παρέδωσε με πολύ βαριά καρδιά. «Μην έχετε αμφιβολίες, κυρία Αϊνστάιν. Πήρατε τη σωστή απόφαση όταν ήρθατε εδώ. Ορισμένες φορές αναγκαζόμαστε να ενεργούμε ενάντια στις επιθυμίες των αγαπημένων μας προσώπων, για το δικό τους καλό. Μη χάνετε την ελπίδα σας. Είμαστε στα 1930. Η επιστήμη προοδεύει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς», είπε ένας νοσοκόμος στη Μίλεβα.
«Τη στιγμή που η πόρτα έκλεινε, έβαλε σφήνα το πόδι της. Ο νοσοκόμος τής έριξε ένα σκοτεινό βλέμμα. Της ζήτησε με τόνο κοφτό να μην κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα. Συμμορφώθηκε». Η ψυχιατρική κλινική Μπουργκχέλτσλι στη Ζυρίχη της Ελβετίας. Εδώ πέρασε 35 χρόνια από τη ζωή του ο Έντουαρντ Αϊνστάιν, γιος του νομπελίστα Γερμανού φυσικού –
«Τις νύχτες δεν κοιμάμαι. Και οι μέρες είναι ακόμη χειρότερες»
Η μακρόχρονη παραμονή του Έντουαρντ Αϊνστάιν στο Μπουργκχέλτσλι υπήρξε τραυματική. Οι συμπεριφορές του επόπτη του και των νοσοκόμων ήταν, τις περισσότερες φορές, άσχημες. «Αϊνστάιν, μην περιμένεις ειδική μεταχείριση εδώ! Κανείς δεν είναι πάνω από τους νόμους! Εμπρός, ήρθε η ώρα να του τον φορέσετε», του φώναξε ο επόπτης μια φορά που αρνήθηκε να φάει το μεσημεριανό του. Όπως έλεγε, «τις νύχτες δεν κοιμάμαι. Και οι μέρες είναι ακόμη χειρότερες. Μόλις ανοίγω τα μάτια, τα αντικείμενα μετακινούνται, παίρνουν παράξενα σχήματα. Τίποτε δεν είναι στέρεο πια, τίποτε δεν έχει γωνίες. Πρόσωπα που μορφάζουν λιώνουν μες στον τοίχο. Χτυπούν την πόρτα κι όταν πηγαίνω να ανοίξω, δεν είναι κανείς. Και είναι κι αυτές οι φωνές που ψιθυρίζουν στο αφτί μου λόγια που η μητέρα μου δεν ακούει». Υποβλήθηκε σε θεραπείες ηλεκτροσόκ που, σύμφωνα με τους βιογράφους του πατέρα του, περισσότερο ζημιά του προκάλεσαν παρά τον βοήθησαν. Με τη μητέρα του μετέβη στη Βιέννη, όπου δοκίμασε μια θεραπεία με υψηλές δόσεις ινσουλίνης. Τα όποια αποτελέσματα ήταν πρόσκαιρα. Ο Χανς Άλμπερτ πίστευε ότι η ηλεκτροσπασμοθεραπεία και οι σκληρές μεταχειρίσεις της εποχής επηρέασαν αρνητικά τη μνήμη και τις γνωστικές λειτουργίες του αδερφού του. Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο Έντουαρντ, σε μια συνομιλία του με τον επόπτη του Μπουργκχέλτσλι: “Μιλώ πιο αργά και ορισμένες φορές δυσκολεύομαι να εκφράσω τη σκέψη μου. Συν τοις άλλοις, έχω παχύνει πολύ“.
Τα μοναδικά στηρίγματά του στο ψυχιατρείο ήταν η μητέρα του και ο Μικέλε Μπέσο, ένας φίλος του Αϊνστάιν που έμενε στη Βέρνη και τον επισκεπτόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Με τον πατέρα του διατηρούσε επαφή μέσω επιστολών.
Η μητέρα του δεν τον εγκατέλειψε ποτέ
Μέχρι το θάνατό της, τον Αύγουστο του 1948, η Μάριτς δεν έπαψε να επισκέπτεται και να φροντίζει τον μικρό της γιο. Ο εγκλεισμός του πολυαγαπημένου της “Τέτε”, όπως τον αποκαλούσε χαϊδευτικά, της κόστισε ανεπανόρθωτα. Έχασε την όρεξή της για ζωή. Έπαψε να κάνει τους καθιερωμένους περιπάτους της στη φύση και τις λεωφόρους, τα μαλλιά της άσπρισαν και τα νεύρα της “έσπασαν”. Όμως, δεν δυσανασχετούσε ποτέ.
«Προτιμούσε να κρατήσει τις λέξεις και τις σκέψεις της και να αφιερώσει στο γιο της κάθε στιγμή, κάθε κουβέντα, κάθε κέρμα, κάθε χαρτονόμισμα, κάθε ώρα, κάθε δευτερόλεπτο. Οτιδήποτε δεν προοριζόταν για τον Έντουαρντ ήταν ανεπίτρεπτη σπατάλη», αναφέρει ο Λοράν Σέκσικ.
Η Μίλεβα Μάριτς δεν σταμάτησε ποτέ να βρίσκεται στο πλευρό του Έντουαρντ Αϊνστάιν –
Ο Αϊνστάιν έδινε κάθε μήνα χρήματα στην πρώην σύζυγό του, προκειμένου να καλύψει τα έξοδα νοσηλείας του Έντουαρντ. Με βάση τους όρους του διαζυγίου, η Μάριτς λάμβανε το χρηματικό έπαθλο που κέρδισε ο Αϊνστάιν από το Νόμπελ Φυσικής. Όμως, τα χρήματα δεν έφταναν. Η Μάριτς παρέδιδε μαθήματα πιάνου για να συμπληρώσει το εισόδημά της. Ζήτησε περισσότερα από τον πρώην σύζυγό της, αλλά εκείνος δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το αίτημά της. Οι Ναζί είχαν δημεύσει τα περιουσιακά στοιχεία του πριν φύγει για την Αμερική.
Δεν γινόταν δεκτός στις ΗΠΑ
Ο Αϊνστάιν σκεφτόταν να φέρει τον Έντουαρντ στο Βερολίνο. Ωστόσο, ένας νευρολόγος και φίλος του, ονόματι Γιούλιουσμπεργκ, εξέφρασε τις αντιρρήσεις του από το τηλέφωνο: «Άλμπερτ, το έχεις καταλάβει, τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά […]
Δεν είναι καλή ιδέα να τον φέρεις στο Βερολίνο. Ο Έντουαρντ χρειάζεται ηρεμία.
Ένα μακρύ ταξίδι μόνο επιδείνωση θα έφερνε. Κι ύστερα, ο γιος σου στη Γερμανία… με δεδομένη την κατάσταση, είναι αδιανόητο […] Φαντάζεσαι να νοσηλεύεται ο Έντουαρντ στο Βερολίνο; Σκέψου τα πρωτοσέλιδα. Ο γιος του Αϊνστάιν στο τρελοκομείο! Αναλογίσου τους άλλους ασθενείς μόλις μάθουν την παρουσία του ανάμεσά τους […] Όχι, ο γιος σου είναι προστατευμένος στην Ελβετία. Ως προς την ελπίδα μιας γρήγορης αποκατάστασης, δεν ωφελεί φίλε μου να σου κρύβω την αλήθεια… Μπορούμε ίσως να ευχόμαστε μια βελτίωση. Η διαδικασία θα είναι αργή και επώδυνη… Για τη θεραπεία, προς το παρόν, οι απόψεις διχάζονται. Η πλειονότητα των νευρολόγων συναδέλφων μου συμμερίζονται το σκεπτικισμό σου για τα ευεργετικά αποτελέσματα της ψυχανάλυσης. Συμφωνώ κι εγώ μαζί τους».
Ο Έντουαρντ δεν θα μπορούσε να πάει ούτε στις ΗΠΑ. Η νομοθεσία Immigration Act δεν άφηνε κανένα περιθώριο στον πατέρα του. «Δεν γίνονται δεκτά τα άτομα που κρίνεται ότι παρουσιάζουν ψυχική ή σωματική διαταραχή ή αντιδράσεις που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ιδιοκτησία, την ασφάλεια ή την ευημερία του ίδιου του αλλοδαπού ή οποιουδήποτε άλλου», ξεκαθάρισε.
Πηγή: https://www.mixanitouxronou.gr/
0 Σχόλια