Σημάδια στην ψυχή μας δεν αφήνουν μόνο τα σκαμπανεβάσματα της ζωής. Συχνά τα προκαλούμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας με τις επικρίσεις μας, επειδή έχουμε την αίσθηση ότι δεν ανταποκρινόμαστε επαρκώς στις προσδοκίες των άλλων. Δεν είμαστε αρκετά ελκυστικοί, αρκετά έξυπνοι, αρκετά λεπτοί, αρκετά ευφραδείς, αρκετά εύποροι, αρκετά επιτυχημένοι, αρκετά γυμνασμένοι, αρκετά πρωτότυποι, αρκετά εξωστρεφείς, αρκετά δημιουργικοί – και πάει λέγοντας.
Η Μπρενέ Μπράουν, Αμερικανίδα καθηγήτρια ψυχολογίας, έχει αφιερώσει όλη την ερευνητική σταδιοδρομία της στα θέματα της ευαισθησίας, της ντροπής, του θάρρους και του ψυχικού σθένους. Θεωρεί πως είμαστε μια «κοινωνία επιρρεπής στην ντροπή», όπου οι διαρκείς συγκρίσεις έχουν ριζώσει τόσο βαθιά, ώστε να σκεφτόμαστε διαρκώς με όρους ελαττωμάτων. Όταν οι άνθρωποι μιας κοινωνίας αφιερώνουν υπερβολικά πολύ χρόνο υπολογίζοντας πόσα έχει, πόσα θέλει να αποκτήσει ή πόσα δεν έχει κάποιος σε σύγκριση με τους άλλους, δημιουργείται μια αίσθηση ανεπάρκειας ικανή να ορίσει τη σκέψη, τα συναισθήματα και τη δράση τους.
Υπάρχουν ιστορίες μοντέλων που έπαθαν κατάθλιψη εξαιτίας υποτιθέμενων ψεγαδιών στην εμφάνισή τους. Ένας επενδυτικός τραπεζίτης μου μίλησε κάποτε για έναν δισεκατομμυριούχο που ξόδεψε εκατό εκατομμύρια φράγκα για να χτίσει ένα μεγαλειώδες σαλέ σε μια πανάκριβη περιοχή της Ελβετίας, αλλά έπαψε να το απολαμβάνει όταν κάποιος άλλος έχτισε στην ίδια γειτονιά ένα ακόμα πιο εντυπωσιακό σαλέ με ακόμα περισσότερα εκατομμύρια. Μπορεί εμείς οι κοινοί θνητοί να τρίβουμε τα μάτια μας όταν βλέπουμε τέτοια αγνωμοσύνη, αλλά τηρουμένων των αναλογιών νιώθουμε το ίδιο όταν αρχίζουμε τις συγκρίσεις. Ποτέ δεν νιώθουμε πως έχουμε αρκετά – τουλάχιστον όχι μακροπρόθεσμα.
«Να επιζητείς την τελειότητα σημαίνει να ψάχνεις αφορμές για απόγνωση» | Βίλχελμ Σμιντ
Το διεστραμμένο σε όλη αυτή την προσπάθεια να αρέσουμε στους άλλους και να ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες τους είναι ότι οι κόποι μας δεν πρόκειται να καρποφορήσουν και για έναν επιπρόσθετο λόγο: Ακόμα κι αν καταφέρουμε να εντυπωσιάσουμε τους άλλους με τις επιδόσεις μας για κάποιο διάστημα, η λαχτάρα μας να ανήκουμε κάπου δεν ικανοποιείται ούτε στο ελάχιστο – έτσι έδειξαν οι έρευνες της Μπρενέ Μπράουν. Διότι μόνο η αποδοχή της ευαλωτότητάς μας επιτρέπει τη βαθιά σύνδεση με τους γύρω μας. Όσο περισσότερες πανοπλίες κατασκευάζουμε για να κρύψουμε τα ελαττώματά μας, τόσο περισσότερα εμπόδια θέτουμε στη ζωή μας και άρα και στις σχέσεις μας.
Το διάστημα που έγραφα αυτό το βιβλίο διαδραματίστηκε μπροστά στα μάτια ολόκληρης της ανθρωπότητας μια απίστευτη ιστορία, που δεν θα μπορούσε να είχε ξεπηδήσει ούτε από τη φαντασία της Άστριντ Λίντγκρεν, που έγραψε την Πίπη τη Φακιδομύτη: Το καλοκαίρι του 2018 ένα μικροκαμωμένο δεκαεξάχρονο κορίτσι με σύνδρομο Άσπεργκερ κάθεται ολομόναχο μπροστά στο σουηδικό κοινοβούλιο κρατώντας ένα πλακάτ που γράφει: «Σχολική απεργία για το κλίμα». Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η Γκρέτα Τούνμπεργκ κινητοποιεί χιλιάδες παιδιά και νέους σε πολλές χώρες να συμμετάσχουν στο κίνημα «Παρασκευές για το μέλλον» και να βγουν στον δρόμο για να διαδηλώσουν με αίτημα τη διάσωση του πλανήτη μας, αναπτύσσοντας μια δυναμική που οι ακτιβιστές οικολόγοι δεν την είχαν δει ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα.
Στην τελετή έναρξης της διάσκεψης του ΟΗΕ για το κλίμα στη Νέα Υόρκη, η Γκρέτα δίνει μια συγκλονιστική ομιλία, όπου ρωτάει τους αρχηγούς των κρατών πώς τολμούν να κλέβουν το μέλλον από εκείνη και τη γενιά της. «How dare you!» ήταν η φράση που προβλήθηκε απ’ όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς του κόσμου. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι αυτό που επιτρέπει στην Γκρέτα Τούνμπεργκ να αγωνίζεται τόσο πεισματικά για τον σκοπό της είναι ακριβώς το αδύναμο σημείο της: το σύνδρομο Άσπεργκερ. Αυτό το κορίτσι είναι αδύνατον να χειραγωγηθεί, έχει ανοσία στους πειρασμούς της διασημότητας και γι’ αυτό είναι τόσο πειστική. Όπως κι αν συνεχιστεί η ιστορία της, έχει ήδη καταφέρει να αλλάξει τον κόσμο.
Όσο νωρίτερα ασκηθούμε στην αποδοχή, τόσο πιο συνειδητά μπορούμε να πούμε «ναι» και στα γηρατειά. Η καλή είδηση είναι ότι, όπως έχει προκύψει από επιστημονικές έρευνες, η ανθεκτικότητά μας, δηλαδή η ικανότητά μας να αντιστεκόμαστε στις κρίσεις, αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο καθώς γερνάμε. Ο λόγος είναι ότι ενισχύεται η ικανότητα της αποδοχής, πράγμα που με τη σειρά του δείχνει πως η ζωή είναι ο καλύτερος δάσκαλός μας.
Η δύναμη της αυτοσυμπόνιας
Όλοι χρειαζόμαστε μια γενναία δόση αυτοεκτίμησης προκειμένου να πορευτούμε αλώβητοι στη ζωή μας, ιδίως στους δύσκολους καιρούς. Και μάλιστα αυτοεκτίμησης που καλό είναι να μην εξαρτάται από τη «βαθμολογία» που μας βάζουν οι άλλοι· με δυο λόγια, αυτή η αυτοεκτίμηση πρέπει να αντέχει και να επιβιώνει όταν τα κάνουμε θάλασσα στη ζωή μας, όταν βιώνουμε την απόρριψη, την ταπείνωση ή την απογοήτευση, και πρέπει να μας στηρίζει όταν δεχόμαστε ένα χτύπημα της μοίρας ή περνάμε μια σοβαρή κρίση στη ζωή μας.
Η «αγάπη για τον εαυτό μας» είναι ο όρος με τον οποίο περιγράφουμε συνήθως αυτό το είδος αυτοεκτίμησης. Ο φιλόσοφος Βίλχελμ Σμιντ μας συμβουλεύει να τον χρησιμοποιούμε με πολλή φειδώ, καθώς είναι εύκολο να μπερδευτεί με τη ναρκισσιστική φιλαυτία, και προτείνει αντ’ αυτού τη χρήση του όρου «φιλία με τον εαυτό μας». Στο ομώνυμο βιβλίο του περιγράφει και κατακρίνει σφόδρα την έντονη ναρκισσιστική αυτο-αποθέωση που χαρακτηρίζει τη σημερινή εποχή της αυτοβελτίωσης. Σύμφωνα με τον Σμιντ, η ατομοκρατία –που χαίρει ιδιαίτερης υπόληψης στη Δύση– έχει αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έχει καταστροφικές επιπτώσεις σε όλα τα επίπεδα. Και δεν είναι ο μόνος που υιοθετεί αυτή τη στάση. Έρευνες αποδεικνύουν ότι ο ναρκισσισμός έχει απογειωθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια· μάλιστα στις ΗΠΑ θεωρείται σχεδόν «επιδημία».
Όπως είπαμε και παραπάνω, μια στάση υπερβολικής φιλαυτίας μπορεί να μετατραπεί πολύ γρήγορα σε μομφή, απαξίωση, μέχρι και μίσος για τον εαυτό μας, όταν στις δύσκολες στιγμές ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα ψεγάδια και τις αδυναμίες μας. Η φιλία με τον εαυτό μας, αντιθέτως, είναι μια σταθερή και πολύ πιο αξιόπιστη στάση, που μας βοηθάει να πορευτούμε στη ζωή μας.
Αλλά καμιά φορά, στα δύσκολα, χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από αυτό, και συγκεκριμένα την ενεργητική στοργή προς τον εαυτό μας, δηλαδή την αυτοσυμπόνια. Αντί να επικρίνουμε τον εαυτό μας για τα σφάλματα και τις αποτυχίες μας, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε την επώδυνη εμπειρία για να μαλακώσουμε την καρδιά μας…
«Για να το κατορθώσουμε, θα πρέπει να δείξουμε στον εαυτό μας τη συμπόνια που χρειάζεται» | Κριστίν Νεφ
Απόσπασμα από το βιβλίο του Andrea Lohndorf “Κιντσούγκι – η ομορφιά της ατέλειας” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα
Πηγή: https://enallaktikidrasi.com/
0 Σχόλια