ΔΙΑΒΑΣΤΕ

6/recent/ticker-posts

Πώς Μπορούμε να Ελέγξουμε και να Προλάβουμε τα Αυτοάνοσα & Χρόνια Νοσήματα

 Γιατί τα αυτοάνοσα έχουν μετατραπεί σε μια σύγχρονη πανδημία; Τι μπορούμε να κάνουμε για να προλάβουμε και να αντιστρέψουμε τα χρόνια και αυτοάνοσα νοσήματα; Ποιος τρόπος ζωής μας ταιριάζει; Ποια βήματα μπορούμε να κάνουμε για να υιοθετήσουμε έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής;



Βίκυ Σπύρου: Λαμβάνοντας υπόψιν και τη θεματολογία των βιβλίων σας, θα πρέπει να είστε λάτρης της υγιεινής ζωής και του αθλητισμού.

Dr Δημήτρης Τσουκαλάς: Σίγουρα είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν το πόσο υγιείς είμαστε. Συνήθως μιλάμε για υγεία αλλά στην πραγματικότητα ασχολούμαστε με τη νόσο και όσο ασχολούμαστε με τη νόσο είναι δύσκολο να έχουμε υγεία ως αποτέλεσμα. Φυσικά και πρέπει να διαχειριστούμε τη νόσο, ωστόσο πρέπει πιο πολύ να χτίσουμε υγεία και λιγότερο να παλεύουμε τη νόσο. Από τους καλύτερους τρόπους για να το κάνουμε αυτό, με δεδομένα που είναι σε όλους μας γνωστά, και ίσως να αποτελούν και κλισέ, είναι ότι ο τρόπος ζωής, η υγιεινή διατροφή, ένα υγιεινό περιβάλλον και η ψυχική υγεία και ισορροπία επηρεάζουν κατά 80% το εάν θα αναπτύξουμε αυτοάνοσα ή άλλα χρόνια νοσήματα.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα είναι τα χρόνια και αυτοάνοσα νοσήματα. Χρόνιο είναι οποιοδήποτε νόσημα έχει διάρκεια πάνω από 3 μήνες. Παλαιότερα, οι άνθρωποι νοσούσαν και πέθαιναν από οξέα προβλήματα υγείας. Κάποιος πάθαινε φυματίωση, πνευμονία, είχε ένα κάταγμα, μια λοίμωξη, μια γρίπη που μπορούσε να αποβεί θανατηφόρα. Σε ότι αφορά στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, το 92% της θνησιμότητας οφείλεται σε χρόνια νοσήματα και η πρώτη αιτία νόσου ανάμεσα στις χρόνιες ασθένειες είναι τα αυτοάνοσα.
 
Β.Σ  Όλο και περισσότεροι άνθρωποι εκδηλώνουν αυτοάνοσα νοσήματα, είναι τελικά επιδημία ή η επιστήμη έχει πλέον καταφέρει να προσφέρει καλύτερες διαγνωστικές προσεγγίσεις;

Δ.Τ: Συμβαίνουν και τα δύο παράλληλα. Αρχικά, έχει βελτιωθεί σημαντικά η ικανότητα να διαγνώσουμε αυτοάνοσα νοσήματα, τόσο απεικονιστικά, όσο και βιοχημικά τα τελευταία 20 χρόνια. Επομένως, νοσήματα που θα εμφανίζονταν με πλήρη συμπτωματολογία πιο αργά στην διάρκεια της ζωής, σήμερα τα διαγιγνώσκουμε νωρίτερα. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με δεδομένα που συγκεντρώνουμε συνεχώς, ο τρόπος ζωής και αυτό που λέμε μεταβολική πίεση, επηρεάζουν καθοριστικά την αύξηση των αυτοάνοσων νοσημάτων.

Τρώμε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, ζούμε σε αποστειρωμένα περιβάλλοντα, αγοράζουμε βιομηχανικά επεξεργασμένες τροφές οι οποίες είναι κι αυτές αποστειρωμένες, δεν έχουν μικρόβια, γιατί εάν είχαν θα χάλαγαν.
Στη φύση όμως οι τροφές έχουν μικρόβια, για παράδειγμα όταν φάμε μια ελιά, ένα φρούτο, ένα λαχανικό που το έχουμε πλύνει απλά με νερό, αυτό έχει όλη τη χλωρίδα και το μικροβίωμα, που είναι αναπόσπαστο κομμάτι του να είμαστε υγιείς. Όταν αρχίζουμε για λόγους συντήρησης και  μαζικής διάθεσης των προϊόντων να αποστειρώνουμε τις τροφές, η διατροφή και το περιβάλλον στο οποίο ζούμε αλλάζουν και γίνονται πολύ διαφορετικά. Αλλάζοντας το περιβάλλον και το κλίμα στον πλανήτη, έχουμε επηρεάσει τη χλωρίδα και την πανίδα του οικοσυστήματος, μέρος του οποίου είναι και ο άνθρωπος. Όλο αυτό μεταφράζεται σε νοσήματα που ήταν πιο σπάνια και πλέον έχει αυξηθεί η συχνότητά τους, παράλληλα με την ικανότητά μας να τα εντοπίζουμε.

Μιλάμε πλέον για μια σύγχρονη μάστιγα, αλλά και ένα στοίχημα της σύγχρονης ιατρικής, να μπορέσει να διαχειριστεί τα χρόνια και τα αυτοάνοσα νοσήματα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συμβάλει σε αυτή την προσπάθεια, έχει θέσει στόχο μέχρι το 2030 όλα τα κράτη του πλανήτη να διαχειριστούν αυτούς τους παράγοντες, ενημερώνοντας τον πληθυσμό και κάνοντας ενέργειες οι οποίες θα αποτρέπουν το κάπνισμα, θα προβάλουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, θα μας προτρέπουν να χρησιμοποιούμε λιγότερο βλαβερές για την υγεία μας ουσίες, όπως να καταναλώνουμε μικρότερη ποσότητα αλκοόλ, ή να μην κάνουμε κατάχρηση αντιβιοτικών. Τα αντιβιοτικά μπορούν να μας σώσουν σε περίπτωση που νοσήσουμε από πνευμονία αλλά η λήψη τους, απλά γιατί φοβόμαστε όταν δεν υπάρχει ένδειξη, προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά παρά όφελος. Πρέπει να μάθουμε πώς να χρησιμοποιούμε σωστά κάποια πράγματα και πώς να μην κάνουμε καταχρήσεις.
 
Β.Σ Είτε εκούσια είτε ακούσια σε τι κατάσταση οδηγούμε τον οργανισμό μας ώστε να εκδηλωθεί ένα αυτοάνοσο νόσημα;

Δ.Τ: Το σώμα μας είναι μια μηχανή εσωτερικής καύσης, που καίει άνθρακα, 
στη μορφή τροφής, όπως το αυτοκίνητο καίει πετρέλαιο ή βενζίνη. Διενεργούνται κάποιες χημικές αντιδράσεις και έχει κάποιες συγκεκριμένες προδιαγραφές θερμοκρασίας, συγκέντρωσης οξυγόνου, περιεκτικότητας νερού, περιεκτικότητας και πρόσληψης μακροθρεπτικών - που είναι οι τρεις κατηγορίες τροφών: πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπη – και μικροθρεπτικών συστατικών.

Γίνεται πολύ μεγάλη μάχη για το τι πρέπει να τρώμε από τα μακροθρεπτικά συστατικά (πόσα λίπη, πόσες πρωτεΐνες κτλ), ενώ παράλληλα δίνεται λιγότερη σημασία στα μικροθρεπτικά συστατικά, τα οποία είναι πάνω από 160 στοιχεία (βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, μεταλλικά στοιχεία, αμινοξέα, προβιοτικά, ένζυμα) και στρέφουμε την προσοχή μας στο πόσες θερμίδες θα καταναλώσουμε, πόσο άσκηση θα κάνουμε, πόσες θερμίδες θα «κάψουμε», ενώ δεν είναι απλά ισοζύγιο, δεν είναι το ίδιο να καταναλώσουμε 2000 θερμίδες από γλυκό του κουταλιού και 2000 θερμίδες από ξηρούς καρπούς. Για παράδειγμα, πολλοί φοβούνται να καταναλώσουν ξηρούς καρπούς γιατί θεωρούν ότι είναι μια τροφή με πολλές θερμίδες. Όντως οι ξηροί καρποί έχουν θερμίδες, αλλά είναι ίσως η τροφή με τη μεγαλύτερη θρεπτική αξία. Περιέχουν μεταλλικά στοιχεία, αμινοξέα, πρωτεΐνες, Ω3 λιπαρά οξέα, Ω6 αντιφλεγμονώδη, ίνες, υδατάνθρακα σε καλή μορφή, μικροβίωμα (προβιοτικά) λόγω του ότι είναι ξηρή τροφή.

Επομένως, αφαιρούμε τροφές από το διαιτολόγιό μας  με το φόβο των λιπιδίων ή βάζουμε όλα τα λίπη σε μια κατηγορία, ωστόσο δεν το ίδιο πράγμα η μαργαρίνη με το λάδι ελιάς. Ή έστω και το βούτυρο, το βούτυρο που είναι βιολογικό, από ζώα ελευθέρας βοσκής είναι διαφορετικό από το βούτυρο με βιομηχανικά επεξεργασμένα λιπαρά.
Εδώ υπεισέρχεται και η διαφορετικότητα του κάθε ανθρώπου και του κάθε οργανισμού. Δεν είναι κάθε άνθρωπος ίδιος και δεν σημαίνει πως η διατροφή που θα ωφελήσει εμένα θα ωφελήσει αντίστοιχα και κάποιον άλλο. 
Ένας αθλητής δεν μπορεί να έχει τις ίδιες διατροφικές ανάγκες με έναν ηλικιωμένο 80 ετών ή με ένα παιδί. Το ίδιο συμβαίνει και με τις φαρμακευτικές αγωγές για παράδειγμα. Όταν εμείς οι γιατροί χορηγούμε φαρμακευτικές αγωγές, λαμβάνουμε υπόψιν τη μοναδικότητα του κάθε ατόμου.
Η ιατρική λοιπόν εξελίσσεται με βάση τη μοναδικότητα του κάθε ατόμου και δημιουργεί προσεγγίσεις βασισμένες ακριβώς σε αυτή τη μοναδικότητα. Μιλάμε λοιπόν για την Ιατρική Ακριβείας. Παλαιότερα χρησιμοποιούσαμε τον όρο εξατομικευμένη αγωγή. Κάθε όμως ιατρική αγωγή είναι στ’ αλήθεια εξατομικευμένη λαμβάνοντας υπόψη τη νόσο, την ηλικία ή το βάρος ενός ασθενή.

Ιατρική Ακριβείας είναι όταν «κουμπώσουμε» ακριβώς την αγωγή, τη διατροφή, το περιβάλλον με βάση το γονότυπο (το DNA), και το μεταβολικό προφίλ, δηλαδή μετρώντας πολύ μικρά μόρια μέσα στον οργανισμό (που αποτυπώνουν τις χημικές αντιδράσεις που γίνονται μέσα στο σώμα μας). Μετρώντας αυτά τα πολύ μικρά μόρια, τους μεταβολίτες, βλέπουμε πώς μεταβολίζει κάποιος ένα φάρμακο, πώς μεταβολίζει, την τροφή, τις βιταμίνες, ποιος τρόπος ζωής του ταιριάζει καλύτερα. Ένας αθλητής έχει την ίδια ανάγκη σε πρωτεΐνες από κάποιον που κάνει καθιστική ζωή; Έχει την ίδια ικανότητα να μεταβολίσει το λίπος ή την πρωτεΐνη ο Ιάπωνας, συγκριτικά με κάποιον που ζει στη Μεσόγειο ή στην Κεντρική Αφρική;

Αυτή λοιπόν η προσέγγιση λέγεται Precision Medicine (Ιατρική Ακριβείας), είναι πιο γνωστή βέβαια για θεραπείες που αφορούν τον καρκίνο. Το Νόμπελ Ιατρικής αφορούσε την ανοσοθεραπεία. Η προσέγγιση και η εφαρμογή τέτοιου είδους θεραπειών δεν σταματά όμως μόνο στην αντιμετώπιση του καρκίνου. Μπορεί να εφαρμοστεί στην πρόληψη, οπότε έχουμε Precision Wellness, στη διατροφή, οπότε έχουμε Precision nutrition, δηλαδή ποια διατροφή ταιριάζει σε ποιον οργανισμό.

Η ανάπτυξη των επιστημών των -omics τα τελευταία 20 χρόνια, δηλαδή των επιστημών που μελετούν ομάδες μορίων με κοινά χαρακτηριστικά. Όταν μελετάμε γονίδια για παράδειγμα αναφερόμαστε στα Gen-omics, όταν μελετάμε πρωτεΐνες έχουμε τα Prote-omics, και όταν μελετάμε μεταβολίτες τα Metabolomics. Αυτές οι επιστήμες μας επιτρέπουν να δούμε αρχικά το γονιδίωμα (DNA), δηλαδή ποιες είναι οι προδιαγραφές, ποιο είναι το manual με βάση το οποίο έχει φτιαχτεί ένας οργανισμός. Το manual όμως δεν μπορεί να μας πει τι έγινε 20, 30, 40 χρόνια μετά τη γέννηση κάποιου. Επομένως λοιπόν, περνάμε από τη γενετική στην επι-γενετική, δηλαδή πάνω σε αυτές τις προδιαγραφές τι έχει συμβεί, ποιος ήταν ο τρόπος ζωής, πώς επέδρασσε η προσωπικότητα, το περιβάλλον, ή άλλες επιλογές που έχει κάνει το άτομο. Μπορεί δύο άνθρωποι μεταξύ τους να έχουν το ίδιο DNA, όμως ο τρόπος ζωής να είναι τελείως διαφορετικός.
Αυτό το τελικό αποτέλεσμα μπορούμε να το δούμε μετρώντας πολύ μικρά μόρια, τους μεταβολίτες κι εκεί μπορούμε να χτίσουμε θεραπευτικές αγωγές και να δώσουμε οδηγίες προληπτικά είτε στα αυτοάνοσα είτε και σε άλλα χρόνια προβλήματα υγείας.
 
ΒΣ: Τα αυτοάνοσα θεωρείτε ότι είναι πιο συχνές παθήσεις στο δυτικό κόσμο;

ΔΤ: Ναι, σίγουρα. Στο δυτικό κόσμο τα αυτοάνοσα είναι η πρώτη αιτία νόσου. Υπολογίζεται ότι στις ΗΠΑ και την Ευρώπη 1 στα 5 άτομα πάσχει από αυτοάνοσο. Και αυτές ήταν οι στατιστικές της προηγούμενης πενταετίας, πιθανόν να έχει αυξηθεί ο μέσος όρος. Η επίπτωση των αυτοάνοσων νοσημάτων και ο ρυθμός εμφάνισής τους ξεπερνά τον καρκίνο και τα καρδιαγγειακά νοσήματα μαζί. Μέχρι σήμερα δεν έχει δοθεί μεγάλη έμφαση, αρχικά γιατί υπάρχουν πάνω από 150 αυτοάνοσα. Κι αυτό γιατί εξετάζοντάς τα μεμονωμένα, η συχνότητα εμφάνισης της κάθε ασθένειας από μόνη της δείχνει να είναι σχετικά χαμηλή.
 
ΒΣ: Τι είναι τα αυτοάνοσα νοσήματα;

ΔΤ: Αυτοάνοσα είναι τα νοσήματα όπου ο οργανισμός επιτίθεται στον εαυτό του. Το ανοσοποιητικό μας σύστημα, αντί να αναγνωρίζει τα δικά του όργανα και ιστούς ως δικά του, να επιδεικνύει δηλαδή μια ανοχή και να μην τα «χτυπάει», ξαφνικά δεν τα αναγνωρίζει και αρχίζει και τα χτυπάει με διαφορετικούς τρόπους, με αντισώματα, με λευκά αιμοσφαίρια και άλλους μηχανισμούς.
 
Β.Σ: Πώς γίνεται το σώμα μας να μην μπορεί να αναγνωρίσει δικά του κύτταρα και να στρέφεται ουσιαστικά ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό; 

ΔΤ: Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: Ο πρώτος λόγος (που ήταν και ο επικρατέστερος μέχρι σήμερα) είναι ότι το ανοσοποιητικό τρελαίνεται, δε λειτουργεί σωστά και αρχίζει να γίνεται επιθετικό προς τους ιστούς.

Από την άλλη όμως -και αυτή είναι μια νέα προσέγγιση- είναι ότι οι ίδιοι οι ιστοί, τα ίδια τα κύτταρα αρχίζουν και αλλοιώνονται. Λέγαμε πριν ότι ένα κύτταρο έχει ελλείψεις σε συστατικά γιατί δεν τα προσλαμβάνει, έχει αλλοιωθεί όλη η τροφική αλυσίδα, ενώ είναι παράλληλα επιβαρυμένο με συστατικά που δεν θα έπρεπε, καθώς είναι ξένα προς τη ζωή, είναι οι λεγόμενες ξενοβιοτικές ενώσεις.  Αλλάζει λοιπόν η βιοχημική ισορροπία του κυττάρου. Αλλάζοντας το κύτταρο, έρχεται το ανοσοποιητικό σύστημα και δεν αναγνωρίζει τα ίδια του τα κύτταρα, γιατί αυτά έχουν αλλάξει. Οπότε δεν αρκεί πλέον η προσέγγιση που είχαμε παλαιότερα να καταστείλουμε το ανοσοποιητικό για να μην χτυπάει τα ίδια του τα κύτταρα και όργανα.

Θα πρέπει σίγουρα να το κάνουμε και αυτό για να ελέγξουμε την πορεία της νόσου και να ενισχύσουμε την ποιότητα ζωής του ασθενούς. Παράλληλα όμως, πρέπει να αποκαταστήσουμε τη φυσιολογική λειτουργεία του κυττάρου ή του ιστού. Γι’ αυτό βλέπουμε ότι όταν κάποιος νοσήσει από ένα αυτοάνοσο, είναι πολύ πιθανό να νοσήσει και από άλλο αυτοάνοσο, καθώς αυτή η δυσλειτουργία αφορά όλο τον οργανισμό.
Όπως θα μπορούσε να συμβεί για παράδειγμα με τη νόσο του Χασιμότο (αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα), όπου το σώμα παράγει αντισώματα και σταδιακά καταστρέφει τον θυρεοειδή αδένα), όπου ξεκινάει η αυτοανοσία από τον θυρεοειδή και στη συνέχεια μπορεί να εμφανιστεί και σε άλλα όργανα.

Β.Σ Είναι οι γυναίκες πιο ευάλωτες στα αυτοάνοσα;

Δ.Τ: Ναι, οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στα αυτοάνοσα. Στη νόσο του Χασιμότο για παράδειγμα 9 στις 10 περιπτώσεις αφορούν σε γυναίκες. Αυτό συμβαίνει γιατί το γυναικείο σώμα υπόκειται σε συνεχείς ορμονικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της ζωής. Έχουμε την έναρξη της περιόδου στην εφηβεία, τις εγκυμοσύνες, τις ορμονικές αλλαγές που προκύπτουν κάθε μήνα σε μια γυναίκα λόγω του κύκλου, με εναλλαγή των επιπέδων των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, και την εμμηνόπαυση. Επίσης ο γυναικείος οργανισμός εμφανίζει και αυξημένες ανάγκες σε μικροθρεπτικά και βιταμίνες λόγω των κυήσεων και των συνεχών ορμονικών αλλαγών.
 
Β.Σ Μιλάμε λοιπόν για μια πλάνη του ανοσοποιητικού;

Δ.Τ Ακριβώς, μιλάμε για μια πλάνη του ανοσοποιητικού. Αλλάζουν τα κύτταρα και το ανοσοποιητικό είναι υπερδιεγερμένο, συμβαίνουν και τα δύο αυτά μαζί. Αρχικά, εμφανίζεται σε ένα όργανο και είναι συνήθως σε ένα όργανο στο οποίο ο καθένας από εμάς έχει μια ευαισθησία, αλλά στην πραγματικότητα, επηρεάζει όλο τον οργανισμό. Έτσι λοιπόν, όταν κάποιος νοσεί από ένα αυτοάνοσο, στην πορεία της ζωής του μπορεί να νοσήσει και από άλλα. 
 
Β.Σ: Έχετε καταλήξει ποιοι είναι οι παράγοντες οι οποίοι οδηγούν στην εμφάνιση ενός τέτοιου νοσήματος;

Δ.Τ: Πολλοί άνθρωποι που με επισκέπτονται και συζητάμε πιστεύουν ότι το στρες είναι ο Νο1 παράγοντας. Μπορεί να είναι για πολλά νοσήματα, για τα περισσότερα αυτοάνοσα όμως, το στρες είναι η σκανδάλη, είναι αυτό που θα πυροδοτήσει την εκδήλωση τους. Είμαστε στο όριο οργανικά, έχουμε χάσει τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού και έρχεται ένα έντονο στρες και είναι αυτό που «δίνει το σπρώξιμο» και κάνει τη νόσο να εμφανιστεί. Ο βασικός λόγος όμως είναι η αλλοίωση της βιοχημικής ισορροπίας. Υπάρχουν βέβαια και αυτοάνοσα όπως αυτά που αφορούν στο δέρμα κυρίως, η ψωρίαση για παράδειγμα, όπου το στρες είναι κυρίαρχος παράγοντας.

Μια σπουδαία ερευνήτρια η De Rosa, σε σχετικά πρόσφατη δημοσίευση μελέτης στο περιοδικό Nature, περιγράφει τον όρο «Metabolic Pressure» (μεταβολική πίεση), όπου αναφέρει ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι σχετικά σπάνια στις αναπτυσσόμενες χώρες. Όσο πιο πλούσια είναι μια χώρα, όσο πιο υψηλό είναι το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της, τόσο μεγαλύτερη είναι και η επίπτωση των αυτοάνοσων. Είναι πιο πολύ επεξεργασμένες οι τροφές που καταναλώνονται, πιο άσηπτο το περιβάλλον.  Όλο αυτό μας κάνει από την παιδική ηλικία και τη στιγμή της γέννησης να μην ερχόμαστε σε επαφή με παθογόνα μικρόβια που πρέπει να έρθουμε σε επαφή και μας κάνουν καλό. Η ευρεία χρήση αντισηπτικών, χλωρίνης, οινοπνεύματος οδηγεί σε ακραία αποστείρωση του περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα να μην ερχόμαστε σε επαφή με καλά μικρόβια, το οποίο μας επηρεάζει αρνητικά. Ένα καλό πλύσιμο των χεριών με νερό και σαπούνι είναι αρκετό.

Ένας άνθρωπος μόλις γεννιέται είναι στείρος σαν οργανισμός. Από  την πρώτη  στιγμή της γέννησης και μετά, έρχεται σε επαφή με το περιβάλλον, με το σώμα της μητέρας και αρχίζει και αποικίζεται με μικρόβια. Ο οργανισμός μας έχει περίπου 10 τρισεκατομμύρια κύτταρα και πάνω από 50 τρισεκατομμύρια μικρόβια και μικροοργανισμούς. Επομένως οι μικροοργανισμοί δεν είναι εχθροί μας.
Πλέον στις συνθήκες που ζούμε δύσκολα βρίσκουμε μικρόβια. Ας πούμε τα φυτοφάρμακα, πέραν της άμεσης τοξικότητας που δημιουργούν, σκοτώνουν τα μικρόβια στην επιφάνεια του οργανισμού κι έτσι προσλαμβάνουμε τροφές χωρίς καλά μικρόβια. Ένα από τα καλύτερα προβιοτικά είναι οι ελιές που βρίσκονται στην άλμη. Αυτή η καλλιέργεια τους δίνει τη δυνατότητα να αναπτυχθούν μικρόβια που αναπτύσσονται και στο γιαούρτι, σε μεγάλη ποσότητα και με μεγάλη ποικιλία, κι αυτό τις κάνει μια υψηλής ποιότητας τροφή.

Ένας οργανισμός λοιπόν που αναπτύσσεται σε ένα περιβάλλον που δεν έρχεται σε επαφή με τα παθογόνα, τα οποία συμβάλουν στην ωρίμανση του ανοσοποιητικού μας, γιατί το 80% του ανοσοποιητικού μας βρίσκεται στο έντερο, έχει ελλείψεις. Σε αυτό το κομμάτι έρχεται η μεταβολική πίεση που ανέφερε η De Rosa. Όταν τρώμε ζάχαρη ταΐζουμε τα κακά μικρόβια με ζάχαρη, οπότε αλλάζουμε τις ισορροπίες. Καταναλώνουμε αλκοόλ, πάλι αλλάζουμε τις ισορροπίες, χρησιμοποιούμε εκτεταμένα αντιβιοτικά και πάλι αλλάζουμε τις ισορροπίες και τη χλωρίδα του εντέρου.
Το πιο απλό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να καταναλώνουμε πραγματική τροφή. Να τρώμε ελιές, σαλάτα, φέτα, γιαούρτι, τροφές που η γιαγιά ή η προγιαγιά μας θα έτρωγε και είναι τροφές για τις οποίες έχουμε γενετικά προσαρμοστεί. Είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι να είμαστε υγιείς, το σώμα μας είναι μαζί μας, δεν είναι εναντίον μας.
 
Β.Σ: Νιώθω από τα όσα έχουμε συζητήσει μέχρι τώρα, έχουμε ευθύνη κι εμείς για όλο αυτό, έτσι δεν είναι;

Δ.Τ:  Ναι, φυσικά και έχουμε ευθύνη. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 80% των χρόνιων νοσημάτων οφείλονται στον τρόπο ζωής και διατροφής. Από τη μια είναι βαρύ γιατί μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι πρέπει να αναλάβει υπευθυνότητα και φταίει, από την άλλη όμως δεν μπορείς να πεις «φταίω» όταν δεν ξέρεις. Έχει να κάνει και με την κοινωνική εκπαίδευση. Έχουμε προσαρμοστεί σε ένα τρόπο ζωής ο οποίος μας έρχεται από την τηλεόραση, από το Χόλυγουντ, έχει τα καλά του έχει και τα κακά του. Όλες οι τροφές που αγοράζουμε και είναι συσκευασμένες σε κουτάκια, εμπλουτισμένες με χρωστικές ουσίες, δεν ξέρω κατά πόσο καλύπτουν τον όρο τροφή.

Έχουμε το θέμα ότι οι άνθρωποι είμαστε παμφάγα ως όντα, μπορούμε να φάμε τα πάντα. Το λιοντάρι για παράδειγμα θα φάει κρέας. Ο άνθρωπος όμως μπορεί να φάει τα πάντα και αυτό σημαίνει ότι μπορεί να φάει κάτι το οποίο έχει ενισχυτικά γεύσης, χρωστικές και μηδενική θρεπτική αξία. Μπορούμε να φάμε πατατάκια, να πιούμε αναψυκτικά. Ποια είναι η θρεπτική αξία σε όλα αυτά; Τρώμε τέτοιες τροφές οι οποίες μας προσφέρουν κάποια ευχαρίστηση και μπορούμε σποραδικά να τις γευόμαστε. Αν κάποιος όμως ξεκινήσει να τρώει τροφές με υψηλή ποιότητα, που περιέχουν φυσικά συστατικά όπως φέτα, ελιές, ξηρού καρπούς, σαλάτες, κατσικάκι, ρίγανη, φυσικό αλάτι από τα Κύθηρα -και στη χώρα μας έχουμε μεγάλη πρόσβαση σε τέτοιες τροφές- συνειδητοποιεί ότι οι γεύσεις τους είναι πολλαπλάσιες και δεν έχουν καμία σχέση με τις επεξεργασμένες τροφές. Οι κατασκευαστές τέτοιων τροφών έχουν ως στόχο να αγοράσουμε περισσότερο.  
Αυτός είναι ο λόγος που προστίθενται ενισχυτικά γεύσης, τα οποία δημιουργούν την αίσθηση ότι θέλουμε να φάμε όλο και περισσότερο. Χάνεται ο κορεσμός. Όταν τρώμε φαγητό χορταίνουμε, όταν πίνουμε όμως αναψυκτικά και τρώμε πατατάκια ή πίτσα, χάνεται ο κορεσμός, γιατί είναι τέτοιες οι γεύσεις. Τρώμε λοιπόν όλο και περισσότερο και αισθανόμαστε ότι είναι άγευστες οι φυσικές τροφές. Ένα παιδί για να μάθει μια νέα τροφή πρέπει να τη δοκιμάσει 20 φορές. Εάν φάει όμως ένα γλυκό ή μια καραμέλα θα του αρέσει αμέσως. Οπότε είναι άνιση η μάχη.
 
Β.Σ: Η διατροφή είναι κεντρικός παράγοντας, άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν ποιοι είναι;

Δ.Τ: Ένας ακόμη παράγοντας είναι το άγχος. Υπάρχουν κάποια αυτοάνοσα, όπως η ψωρίαση και κάποια άλλα δερματικά, στα οποία το άγχος παίζει κυρίαρχο ρόλο, θα μπορούσαμε να πούμε 50-50. Πάλι όμως υπάρχει υποκείμενη βιοχημική ανισορροπία του οργανισμού η οποία οδηγεί στην εκδήλωσή τους. Στα υπόλοιπα αυτοάνοσα, η απώλεια της βιοχημικής ισορροπίας του οργανισμού σε αναλογία με το άγχος είναι 80 – 20, δηλαδή 80% η έλλειψη βιοχημικής ισορροπίας και 20% το άγχος. Το κυρίαρχο όμως είναι όταν χάνεται η βιοχημική ισορροπία του οργανισμού μας.

Πάνω σε αυτό, έρχεται να προστεθεί και το άγχος της διάγνωσης της νόσου. Όταν ένας γιατρός μας ανακοινώνει ότι πάσχουμε από κάποιο χρόνιο νόσημα, ότι δεν θεραπεύεται και ότι θα πρέπει να είμαστε για πάντα υπό φαρμακευτική αγωγή και σταδιακά θα χειροτερεύουμε, αυτό δημιουργεί ένα επιπρόσθετο άγχος. Σίγουρα η επιστήμη έχει σημειώσει τεράστια πρόοδο, έχουν δημιουργηθεί καινούργια φάρμακα και βιολογικοί παράγοντες, μια μεγάλη γκάμα τόσο σε διαγνωστικό, όσο και σε θεραπευτικό επίπεδο. Όταν όμως μια νόσος οφείλεται σε αλλοίωση της βιοχημικής ισορροπίας πρέπει κι εμείς να την επαναφέρουμε σε αυτό που είναι το φυσιολογικό για το σώμα μας. Χρειάζεται λοιπόν να βοηθήσουμε τον οργανισμό μας να αποκαταστήσει την ισορροπία του για να μπορέσει να λειτουργήσει φυσιολογικά.

Είναι σαν να έχουμε ένα αυτοκίνητο και αντί να βάζουμε βενζίνη 98 οκτανίων του βάζουμε καυσόξυλα. Μόλις παρουσιάσει πρόβλημα ψάχνουμε να βρούμε τι φάρμακο θα του δώσουμε για να λειτουργήσει ξανά η μηχανή. Η φαρμακευτική αγωγή είναι απαραίτητη σε πολλές περιπτώσεις, όμως δεν μπορούμε να πάρουμε ένα φάρμακο και να περιμένουμε να μας λύσει όλα τα προβλήματα. Η Ιατρική έχει πολλά εργαλεία, διαγνωστικά, φαρμακευτικά, άλλα πρέπει να αξιοποιήσουμε όλη τη γκάμα αυτών των εργαλείων. Πρέπει λοιπόν να πάρουμε την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και παράλληλα να αλλάξουμε τον τρόπο ζωής και διατροφής που μας οδήγησε στη νόσο.

Εάν δεν έχουμε εμφανίσει ακόμη νόσο και έχουμε απλά κάποια πρώτα σημάδια, δεν είναι νόσος. Εάν όμως νιώθουμε κουρασμένοι, χωρίς ενέργεια, σημαίνει ότι το σώμα μας δεν αποδίδει. Μέχρι να εμφανιστεί η νόσος, το σώμα μας έχει κάνει τεράστια προσπάθεια για να το καταπολεμήσει. Όταν θα εμφανιστεί σημαίνει ότι έχει ήδη διανύσει πολύ δρόμο, οπότε χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια.
 
ΒΣ:  Ποια είναι τα σημάδια που μπορεί να δούμε στο σώμα μας τα οποία αποτελούν προειδοποίηση για την κατάσταση της υγείας μας πριν την εκδήλωση της νόσου;

ΔΤ: Αρχικά η κόπωση, η κακή διάθεση, η κακή λειτουργία της πέψης (φουσκώματα, καούρες, μη ομαλή λειτουργία του εντέρου), ο έντονος εκνευρισμός που δεν δικαιολογείται από τις περιστάσεις, ο πονοκέφαλος, η συχνή εμφάνιση αλλεργιών, αυτά είναι μερικά από τα σημάδια που δεν πρέπει να αγνοήσουμε.
Όταν το σώμα μας «ζορίζεται» βρίσκεται σε στρες. Ο περισσότερος κόσμος έχει στο μυαλό του ότι το στρες είναι μόνο ψυχογενές. Είναι κι αυτό μια μορφή στρες, αλλά στην πραγματικότητα, στρες στην Ιατρική ορίζεται οποιαδήποτε δυσκολία ή μεγάλη αλλαγή που πρέπει να ανταπεξέλθει ο οργανισμός, κι εκεί παράγει ορμόνες του στρες (κορτιζόλη, αδρεναλίνη, ντοπαμίνη). Όλες αυτές είναι ορμόνες που όταν το σώμα παράγει λιγότερη ενέργεια, γιατί δεν δουλεύει καλά, έρχονται να καλύψουν το έλλειμα ενέργειας. Αρχίζουμε λοιπόν να έχουμε εναλλαγές εξάντλησης, υπερέντασης, το οποίο δεν είναι φυσιολογικό. Αυτό κρατάει αρκετά χρόνια μέχρι να εμφανιστεί μια νόσος.

Αυτό που έχω παρατηρήσει είναι ότι μέχρι μια γενιά, περίπου όσοι είναι σήμερα πάνω 40 ετών, ζήσαμε σε μια εποχή όπου η μεσογειακή διατροφή ήταν μέρος της ζωής μας. Οι μητέρες μας μαγείρευαν όσπρια, κρέας, σαλάτα, ψάρια. Κάναμε άσκηση, παίζαμε σαν παιδιά κυρίως σε εξωτερικούς χώρους. Έχοντας ζήσει, έως και τα 18 μας, σε ένα υγιεινό περιβάλλον ξεκινήσαμε με καλές βάσεις. Περνώντας όμως τα χρόνια ακολουθούμε έναν τρόπο ζωής και διατροφής ο οποίος παρέκκλινε από αυτό το μοντέλο. Εγώ θυμάμαι ως φοιτητής και φεύγοντας από το σπίτι, ότι έτρωγα μακαρόνια, πίτσες, αναψυκτικά και καφέδες σε τεράστιες ποσότητες για να διαβάσω.

Αρχίζουν λοιπόν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια, αλλά λόγω έλλειψης χρόνου αυτό που κάνουμε είναι να πάρουμε απλά ένα χάπι, γιατί «δεν προλαβαίνουμε» να κάνουμε κάτι πιο ουσιαστικό. Πρέπει να δουλέψουμε, να δώσουμε εξετάσεις, να παντρευτούμε, να πάρουμε δάνειο, να κάνουμε παιδιά. Όλα αυτά τα χρόνια το σώμα μαζεύει προβλήματα και παλεύει να προσαρμοστεί στο νέο τρόπο ζωής που έχουμε υιοθετήσει. Όταν όμως τακτοποιήσουμε τα περισσότερα πράγματα στη ζωή μας, έχουμε πλέον μια καλή δουλειά, έχουμε ένα σπίτι, έχουμε κάνει οικογένεια, γύρω στα σαράντα συνήθως, αρχίζουν και εμφανίζονται τα προβλήματα. Γιατί πρώτα το σώμα μας δούλευε σε αυξημένη πίεση, αυτό που λέμε στρες (μεταβολικό ή ψυχογενές) και ανεβάζει το βαθμό αναγκαιότητας για να ανταπεξέλθει. Στη συνέχεια όμως μόλις χαλαρώσουμε εμφανίζονται τα προβλήματα. Το ίδιο συμβαίνει σε πολλούς ανθρώπους τα Σαββατοκύριακα ή στις διακοπές όταν χαλαρώνουν.
 
Β.Σ: Μπορεί η τροφή μας να γίνει το φάρμακό μας, όπως έλεγε ο Ιπποκράτης, και  στα αυτοάνοσα;

ΔΤ: Τα αυτοάνοσα είναι μια κατηγορία νοσημάτων, που όπως συζητήσαμε και προηγουμένως, έχει αλλάξει η βιοχημική ισορροπία του οργανισμού, μπερδεύεται το ανοσοποιητικό, αλλάζουν και τα κύτταρα, αλλά η λογική παραμένει ίδια όπως και σε όλα τα χρόνια νοσήματα. Το σώμα έχει αποκλίνει από τις προδιαγραφές λειτουργίας του οργανισμού. Αυτή η απόκλιση, είναι η προσπάθεια του οργανισμού να προσαρμοστεί σε έναν βλαβερό τρόπο ζωής. Αυτός είναι ένας εξαιρετικός ορισμός της χρόνιας νόσου. 
 
Β.Σ:  Ποιες είναι οι λύσεις για να αντιστρέψουμε ένα αυτοάνοσο νόσημα; Ή ένα αυτοάνοσο νόσημα είναι κάτι που άπαξ και εμφανιστεί στον οργανισμό μας θα είναι σαν να το «παντρευόμαστε;»

ΔΤ: Αυτό εξαρτάται από το νόσημα και το όργανο το οποίο εμπλέκεται. Σίγουρα υπάρχουν λύσεις σε όλα τα επίπεδα. Το θέμα είναι ότι υπάρχουν κάποια όργανα και ιστοί που έχουν δυνατότητα ανάπλασης, όπως είναι το δέρμα, και άλλα όργανα, όπως το κεντρικό νευρικό σύστημα και η καρδιά, που εάν υποστούν μια βλάβη είναι μη αναστρέψιμη. Οπότε, αν το πρόβλημα αφορά έναν ιστό, ένα όργανο (όπως το έντερο, οι αρθρώσεις, το δέρμα) το οποίο έχει την ικανότητα ανάπλασης, μπορεί να βελτιωθεί η εικόνα ανάλογα και με το πόσο έχει προχωρήσει η νόσος. Υπάρχουν και κάποια άλλα όργανα που μπορούμε να σταματήσουμε τη νόσο στο σημείο που τη βρήκαμε, το οποίο είναι πολύ σημαντικό για τον ασθενή. Το καλύτερο φυσικά θα ήταν να έρθει κάποιος προληπτικά, αυτό είναι κάτι που έχει ήδη ξεκινήσει την τελευταία δεκαετία. Οι άνθρωποι επισκέπτονται το γιατρό πιο γρήγορα όταν νιώσουν κάποια πρώτα συμπτώματα κόπωσης, μειωμένης ενέργειας  γιατί θέλουν να καταλάβουν τι συμβαίνει. Αρχίζουμε να έχουμε μια μεγαλύτερη επίγνωση γιατί βλέπουμε και ανθρώπους γύρω μας να εμφανίζουν προβλήματα υγείας. Επομένως θέλουμε να προλάβουμε τη δική μας κατάσταση πριν εμφανίσουμε το πρόβλημα, το οποίο είναι και η καλύτερη επιλογή.

Πηγή: https://www.drtsoukalas.com/

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια