Η ελευθερία της θρησκευτικής έκφρασης σε σχέση με την προσβολή του θρησκευτικού συναισθήματος αλλά και τα θρησκευτικά σύμβολα σε σχολεία και χώρους εργασίας, αποτελούν μερικά μόνο από τα ζητήματα που βρίσκονται στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.
Μία άλλη παράμετρος εξίσου σημαντική, είναι η σχέση της θρησκείας με την ψυχική υγεία. Όπως χαρακτηριστικά έχει πει ο Μάριος Μαρκίδης, καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών : «Δεν πρέπει να διστάζουμε να προβαίνουμε στην αναθεώρηση της σχέσης του ανθρώπου με την φύση. Ισως να μην είμαστε"φυσικοί". Είμαστε οπωσδήποτε μεταποιημένοι. Μέσα σ' αυτή την μετα-ποίηση είναι που πρέπει να ελέγξουμε την μυστηριώδη λειτουργία του αληθινού Θεού.»
Για αυτή λοιπόν τη σχέση θρησκείας-ψυχικής υγείας ζητήσαμε την άποψη του ψυχιάτρου κ. Θωμά Ματσούκα και της Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπεύτριας κυρίας Σοφίας Χατζηδημητρίου.
Κάνει καλό η θρησκεία στην ψυχική υγεία;
Γράφει ο κ. Θωμάς Ματσούκας, Ψυχίατρος
Η ψυχική υγεία ορίζεται αφενός αρνητικά, ως απουσία ψυχικής νόσου, και αφετέρου θετικά, ως μια κατάσταση ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας.
Θρησκεία μπορούμε να ονομάσουμε την συλλογική προσπάθεια για επαφή με μια θεϊκή τάξη πραγμάτων (Θεός / θεοί / βαθύτερη πραγματικότητα) και για μετοχή σ' αυτήν. Αυτή η προσπάθεια πλαισιώνεται από μια σειρά κοινών πεποιθήσεων, τελετών και κανόνων συμπεριφοράς.
Το ζήτημα της θρησκείας αποτελεί πεδίο εντόνων αντιπαραθέσεων. Κάποιοι δηλώνουν βέβαιοι ότι η θρησκεία κάνει καλό, διότι «φέρνει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό». Άλλοι διαβεβαιώνουν ότι η θρησκεία είναι «μια παρωχημένη πλάνη, από την οποία κανένα καλό δεν μπορεί να προκύψει». Αλλά όλα αυτά είναι θεωρητικές υποθέσεις. Το βασικό ερώτημα είναι τι συμβαίνει στην πράξη, τι λέει η εμπειρία. Τα υπόλοιπα έπονται.
Οι περισσότερες μελέτες συνηγορούν υπέρ μιας θετικής σχέσης μεταξύ θρησκευτικότητας και ψυχικής υγείας: οι θρησκευόμενοι φαίνεται πως έχουν, κατά μέσο όρο, καλύτερη ψυχική υγεία, περισσότερη ευεξία. Το μέγεθος αυτής της συσχέτισης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η ηλικία, το βιοτικό επίπεδο, η γενικότερη θρησκευτικότητα της κοινωνίας κλπ. Επί παραδείγματι, η θρησκευτικότητα φαίνεται πως προάγει την ευεξία περισσότερο στις χώρες όπου μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού είναι θρησκευόμενοι.
Ωστόσο η θρησκεία είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο φαινόμενο, με πολλές πλευρές και εκφάνσεις. Οπότε αυτό το γενικό εύρημα δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει το υπό ποιες προϋποθέσεις η θρησκευτικότητα επιδρά θετικά στην ψυχική υγεία, ποιες πλευρές της θρησκευτικής ζωής είναι ωφέλιμες και ποιες μπορεί να μην είναι.
Οι πλευρές της θρησκευτικότητας που κυρίως προσφέρουν στην ψυχική υγεία φαίνεται πως είναι: η ευεργετική αλληλεγγύη/αλληλοστήριξη μέσα στην κοινότητα των πιστών, η πεποίθηση πως η ζωή έχει νόημα και σκοπό, η αίσθηση πως ο Θεός ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο. Από την άλλη, αρνητική επίδραση στην ψυχική υγεία μπορεί να έχουν πράγματα όπως: η πεποίθηση ότι κάποια σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πιστός μπορεί να αποτελούν θεϊκή τιμωρία, κάποιες υπερβολικά απαγορευτικές ηθικές αρχές και η απόδοση ψυχικών νοσημάτων σε επενέργεια υπερφυσικών δυνάμεων, που κάποιες φορές οδηγεί σε άρνηση λήψης ιατρικής βοήθειας.
Σε κάθε περίπτωση, η θρησκεία δεν είναι ... ψυχιατρικό εργαλείο. Ούτε ο πιστός θρησκεύεται επειδή οι μελέτες δείχνουν ότι αυτό έχει θετική επίδραση στην ψυχική του υγεία, ούτε ο άθεος θα πιστέψει στο Θεό για έναν τέτοιο λόγο. Οπότε, σε ό,τι αφορά την ψυχική υγεία, οι θρησκευόμενοι θα έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής αν κινούνται στα πλαίσια μια υγιούς θρησκευτικότητας, μακριά από φανατισμούς, ακρότητες και υπερβολές. Αλλά και οι μη θρησκευόμενοι μπορεί να ωφελούνται αν μετέχουν κι αυτοί σε κοινότητες αλληλεγγύης (πράγμα που ασφαλώς δεν αποτελεί μονοπώλιο της θρησκείας) και αν και αυτοί αναζητούν νόημα στη ζωή τους.
Η Θρησκεία συμβάλλει θετικά στην ψυχική υγεία ενός ανθρώπου ή όχι; Κάποιος που είναι άθεος είναι πιο επιρρεπής στις νευρώσεις;
Γράφει η κυρία Σοφία Χατζηδημητρίου,Ψυχιατρική Ψυχοθεραπεύτρια
Ο όρος Θρησκεία χρησιμοποιείται ευρέως για να καταδείξει τη σχέση του ανθρώπου με το Θείο. Επειδή όμως είναι ένας όρος τόσο αόριστος, του οποίου ο ορισμός μονίμως διαφεύγει, ο άνθρωπος τείνει να προσκολλά σε αυτόν πλούσιο και πολυποίκιλο υλικό του εσωτερικού του κόσμου, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί από το οικογενειακό, κοινωνικό, πολιτικοοικονομικό, ακόμα και γεωγραφικό του περιβάλλον.
Κατά συνέπεια, ο όρος θρησκεία δεν χρησιμοποιείται εννοιολογικά με τον ίδιο τρόπο πανανθρώπινα.
Θρησκεία και πίστη είναι δύο έννοιες μεν αλληλένδετες, αλλά όχι ταυτόσημες. Ενδέχεται ένας άνθρωπος με βαθειά πίστη να μην ασπάζεται κάποια θρησκεία ή τις πρακτικές της και αντίστοιχα κάποιος θρησκευόμενος να υπολείπεται σε πίστη. Οι ποιοτικές παράμετροι είναι δυναμικές, εξελισσόμενες, όχι μόνο συλλογικά αλλά και στην πορεία ωρίμανσης ενός ατόμου. Μπορεί, λοιπόν, ο ίδιος άνθρωπος αλλιώς να νοεί την θρησκεία στα 20 του χρόνια και αλλιώς στα 50 του και πάλι αλλιώς στα γεράματά του.
Θα έλεγα λοιπόν ότι οι νευρώσεις είναι αυτές που προσκολλούνται στη θρησκεία και στην θέαση του Θείου και όχι πως η θρησκεία τις δημιουργεί εκ του μη όντως. Παρόλα αυτά, εάν κάποιος έχει μεγαλώσει σε ένα βαριά επενδεδυμένο θρησκευτικό περιβάλλον από μικρός, τότε βέβαια οι νευρώσεις του είναι αλληλένδετες με τον τρόπο που έχει ενδοβάλλει και βιώσει τη θρησκεία. Πηγαίνοντας όμως αυτό το συλλογισμό ακόμα πιο πίσω, το να έχει μεγαλώσει ένα παιδί σε ένα θρησκευόμενο περιβάλλον ανελευθερίας, ψυχαναγκασμού και νευρώσεων είναι περισσότερο δείγμα των ψυχικών προβολών του γονεϊκού και διαγενεαλογικού περιβάλλοντος στην θρησκεία, η οποία και λειτουργεί στη συνέχεια ως όχημα ψυχοπαθολογίας, παρά προϊόν της ίδιας της θρησκείας.
Σε κάποια άλλη οικογένεια μπορεί η θρησκεία να βιωθεί ως ελευθερία, δυνατότητα αναστοχασμού, κορώνα βαθειάς πίστης στο Λόγο του κόσμου και στην Αγάπη. Σε αυτήν την περίπτωση, η θρησκεία θα λειτουργήσει ως όχημα ψυχικής διεύρυνσης, υγείας, σχέσης και κοινωνίας ενδοψυχικά αλλά και σε σχέση με τον κόσμο.
Σε αυτό το πλαίσιο ερμηνείας και κατανόησης, αντίστοιχα, η αθεΐα, αν είναι προϊόν αντίδρασης σε ένα καταπιεστικό, ενοχικό, ιδρυματικό και υποκριτικό θρησκευτικό περιβάλλον, τότε είναι περισσότερο δείγμα υγείας, στο βαθμό βέβαια που κανείς διατηρεί την ικανότητά του να αμφιβάλλει και να αναστοχάζεται και που δεν προσκολλάται παθολογικά σε αυτήν του την αντίδραση λόγω βιωμάτων.
Αν όμως η αθεΐα είναι προϊόν ψυχικής αποξένωσης και άρνησης του ίδιου του νοήματος της ζωής, της σχέσης και της αγάπης, τότε είναι εξίσου προβληματική με μια παθολογικά θρησκευόμενη στάση.
Η Θρησκεία ή η αθεΐα από μόνες τους δεν αποτελούν αίτια ψυχικής διαταραχής. Σε αυτές εμείς οι άνθρωποι προβάλλουμε τα καλά και υγιή ή τα παθολογικά μας κομμάτια και τις χρησιμοποιούμε για την αναπαραγωγή αυτών.
Εμείς από την πλευρά μας να προσθέσουμε ότι η θρησκεία είχε και έχει σημαντικό ρόλο στις κοινωνίες, καθώς προβάλλει αξίες και κανόνες συμπεριφοράς στους ανθρώπους, θρησκευτικά ήθη και έθιμα, που συμβάλλουν στην ενότητα και την ομόνοια μεταξύ τους, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει μια γενική κοσμοθεωρία στο άτομο και στάσεις ζωής, που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην κοινωνία.
Πηγή: https://www.mothersblog.gr/
0 Σχόλια